πηγή: Αφήγηση του Γ. Ζαμπέτα στον Αλέξη Βάκη, http://www.oasisfm.gr/03,14,01,00.aspx
Ο
πατέρας μου είχε κουρείο, γωνία Ναυπλίου και Λένορμαν. Εγώ πιτσιρίκος, από
πέντε χρονών, πήγαινα στο κουρείο και έβγαζα μεροκάματο. Ξεσκόνιζα τους πελάτες
και μου δίνανε φιλοδώρημα. Μια δραχμή, πενήντα λεπτά, δυο δραχμές, δεκάρικο
πολλές φορές, εικοσάρικο κάτι χοντροί, μ’ αγαπούσανε. Από το μπαρμπεριό του
γέρου παρελαύνανε κάθε μέρα μεγάλες διασημότητες, ακόμα και από τα ανάκτορα. Ο
Σπύρος ο Μερκούρης, ο τότε δήμαρχος, σαν να λέμε ο ανώτατος άρχων της περιοχής,
αυλάρχες και λοιποί ανακτορικοί ερχόντουσαν και ξυριζόντουσαν στο γέρο. Γιατί ο
πατέρας μου ήταν αμαξάς την παλιά εποχή, υπήρξε και αμαξάς στα ανάκτορα,
μετέφερε μεγάλα πρόσωπα. Περνάγανε λοιπόν από ’κεί, ξυριζόντουσαν και αφήνανε
τον οβολό τους. Το ξύρισμα τότε έκανε ένα τάλιρο, δέκα δραχμές ήταν μαλλιά και
ξύρισμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου